- Ριάντ
- Πόλη, πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας και της επαρχίας Νετζντ. Λέγεται και Ριγιάντ. Βρίσκεται στην καρδιά της αραβικής πεδιάδας, σε υψόμετρο 585 μ. μέσα σε μια εύφορη όαση της περιοχής της Αλ-Αρίδ στα όρη Τοουαΐκ, 770 χλμ. ΒΑ της Μέκκας. Συνδέεται μέσω σιδηροδρομικής γραμμής, που αποπερατώθηκε το 1951, με το λιμάνι Δαχράν (Αλ-Ζαχράν), στον Περσικό ή Αραβικό κόλπο, απέναντι από τα νησιά Μπαχρέιν, και μέσω οδικού δικτύου με τις κυριότερες πόλεις της χώρας που βρίσκονται όλες στην περιφέρεια της χώρας.
Η Ρ. είναι το κυριότερο πολιτικό και διοικητικό κέντρο, έδρα του μουσουλμανικού κινήματος των Βαχαβιτών από το 1818. Η ανάπτυξη της πόλης χρονολογείται από τα αμέσως μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο χρόνια. Ο Ιμπν Σαούντ χρησιμοποίησε τη Ρ. ως βάση για τις κατάκτησης του στην Αραβική Χερσόνησο, που οδήγησαν στον σχηματισμό της Σαουδικής Αραβίας. Αρχικά ασήμαντο κέντρο, άρχισε να αναπτύσσεται από το 1818, όταν έγινε έδρα του μουσουλμανικού κινήματος των Bαχαβιτών. Η πόλη είναι χτισμένη σε υψόμετρο 591 μ., στη βορειότερη από τις οάσεις της μεγάλης κοιλάδας που εκτείνεται ανάμεσα στα βουνά Αλ Γιουμπαύλ και Τζέμπελ Τρουαΐκ. Πλούσια σε πηγές η πόλη, αποτελείται από έναν αρχαίο πυρήνα με σπίτια από άψητη άργιλο. Στις πλευρές ενός βασικού οδικού άξονα βρίσκονται τα υπουργεία, τα νοσοκομεία, οι κλινικές, η στρατιωτική ακαδημία, το νέο πανεπιστήμιο και τεράστιες συνοικίες. Απομονωμένο, μέσα στην ερημιά, υψώνεται το μεγαλόπρεπο βασιλικό ανάκτορο, που ιδρύθηκε ανάμεσα στο 1927 και 1932 και αποτελείται από πολυάριθμα κτίρια, τα οποία περιβάλλονται από επιβλητικά τείχη που σχηματίζουν ένα τετράγωνο 1.200 επί 400 μέτρων.
Γεωργοκτηνοτροφικό κέντρο (δημητριακά, χουρμάδες, φρούτα), έχει ανεπτυγμένη υφαντουργία και βιομηχανία τσιμέντου.
Μόνο στη Ρ. και στις άλλες πόλεις μπορούμε να πούμε ότι τα ρούχα έχουν επηρεαστεί από τη Δύση, αλλά και εκεί για να βγουν οι γυναίκες από τα σπίτια τους, φορούν το παραδοσιακό άσπρο πουκάμισο και το απαραίτητο πέπλο. Οι βεδουίνοι πάνω από τον χιτώνα τους φορούν το «αμπάγιαχ», ένα πολύ βαρύ μάλλινο παλτό. Το πρόβειο μαλλί, όπως και αυτό της καμήλας, ζεστό και ελαφρύ, είναι τα πιο συνηθισμένα υλικά για το «αμπάγιαχ», απλούστατο ένδυμα χρώματος άσπρου και γκρι, συχνά ριγωτό, φτιαγμένο από δυο τρίγωνα κομμάτια ραμμένα, έτσι, που να αφήνουν δύο ανοίγματα για τα χέρια.
Βασικό στοιχείο για το αντρικό ντύσιμο στη Ρ. είναι το «τομπ» ένας μακρύς βαμβακερός ή λινός χιτώνας, με φαρδιά μανίκια. Το χαρακτηριστικό κάλυμμα του κεφαλιού αποτελείται από ένα μεγάλο τετράγωνο μαντήλι («μίντιλ»), δεμένο σε πολλά στρώματα το γύρω από το κεφάλι με ένα κορδόνι («ακάλ») οι άκρες του οποίου πέφτουν στους ώμους.
Στους νομάδες που περιφέρονται στα περίχωρα της Ρ. το γυναικείο ένδυμα είναι εντελώς απλό και αποτελείται από ένα βαμβακερό μπλε χιτώνα, μακρύ μέχρι τα πόδια και σφιγμένο στη μέση με μια κόκκινη ή κεντημένη ζώνη. Πάνω από τον χιτώνα φοριέται το παλτό, όμοιο με κείνο του άντρα και στις γιορτές μια κόκκινη ζακέτα («τζουμπάχ»). Στο κεφάλι φοριέται ένας σκούφος κόκκινος ή πράσινος. Η αγάπη για τα κοσμήματα ενώνει τις γυναίκες της Αραβίας. Οι βεδουίνες αρκούνται στα μπρούτζινα περιβραχιόνια και δαχτυλίδια ενώ οι γυναίκες των πόλεων προτιμούν τα χρυσά και ασημένια κοσμήματα. Ευρύτατα χρησιμοποιείται από τις γυναίκες στη Ρ. το αντιμόνιο ή «κολ». Mε αυτή τη σκόνη τονίζεται το σχήμα των ματιών και βάφονται τα βλέφαρα.
Στο Ριάντ λειτουργεί πανεπιστήμιο με όλες τις σύγχρονες απαιτήσεις. Εδώ, φοιτητές σε μια αίθουσα της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης.
Dictionary of Greek. 2013.